...για την παράδοση του τόπου μας. ...Συνταγές ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΜΑΘΗΤΩΝ Οι μαθητές γράφουν...

Τα Χριστούγεννα στο Χωριό μου.

Γράφει η μαθήτρια της Γ΄ Λυκείου Καλαϊτζή Γεωργία.

Τα έθιμα των Χριστουγέννων ξεκινούσαν με τις προετοιμασίες, πριν τη μεγάλη Γιορτή, και κυρίως με τη σφαγή του σπιτικού γουρουνιού τις παραμονές, που ήταν μια ιεροτελεστία.

Ο κύρης του σπιτιού μάζευε και άλλους άντρες, συγγενείς και φίλους, για να σφάξουν το γουρούνι και να το τεμαχίσουν. Έπειτα η κυρά του σπιτιού έπαιρνε τα έντερα και τα έπλενε, για να τα χρησιμοποιήσει αργότερα για τα λουκάνικα. Τεμάχιζε τη συκωταριά και την τηγάνιζε, για να φιλέψει τους άντρες που βοήθησαν στη σφαγή. Οι άντρες κάθονταν στο σοφρά, γύρω γύρω και απολάμβαναν τους νόστιμους μεζέδες, μαζί με κόκκινο κρασί.

Στη συνέχεια η κυρά έπαιρνε το μπούτι του χοίρου, το ψιλόκοβε, ώστε να γίνει κιμάς, πρόσθετε ψιλοκομμένο πράσο, αλάτι, και με το μείγμα γέμιζε τα έντερα. Έτσι έφτιαχνε τα λουκάνικα, τα οποία κρεμούσε στη συνέχεια σ’ ένα σκοινί στην αυλή για να στεγνώσουν.

Σειρά είχαν οι τσιγαρίδες. Αυτές ήταν κομματάκια από την κοιλιά του γουρουνιού, τα οποία τσιγάριζε και τα φύλαγε σ’ ένα καδί, για να έχουν προμήθεια όλο το χειμώνα.

Το ίδιο έκανε και με το υπόλοιπο κρέας. Το τεμάχιζε και το πάστωνε με τον εξής τρόπο: άπλωνε κομμάτια από το κρέας σε στρώσεις στο καδί, ενώ ανάμεσά τους πασπάλιζε χοντρό αλάτι, μέχρι να γεμίσει το καδί.

Από το κρέας κρατούσε το ένα μπούτι για την ημέρα των Χριστουγέννων, ενώ το στήθος του γουρουνιού το χρησιμοποιούσε για τη γέμιση της βασιλόπιττας, την Πρωτοχρονιά. Τέλος, έβραζε το κεφάλι και έφτιαχνε πατσά, ενώ ένα μέρος το άφηνε να γίνει πηχτή.

Τη μέρα της παραμονής, η κυρά του σπιτιού έκανε και τις τηγανίτες. Με αλεύρι και νερό έφτιαχνε τη ζύμη σε μία λεκάνη τσίγκινη ή αλουμινένια, όπου την ανακάτευε, μέχρι να γίνει μαλακή σαν πηχτός πηλός. Μετά έβαζε το τηγάνι στη φωτιά και, όταν άρχιζε να καίει, έριχνε μία μία κουταλιές από τη ζύμη. Οι τσιγαρίδες τσιτσίριζαν στο καυτό λάδι και, όταν ψήνονταν, τις έβαζε σε ένα ταψί, τις μέλωνε με μέλι και τις πασπάλιζε με τριμμένα καρύδια. Θα τις σέρβιρε την επόμενη μέρα στο γιορτινό τραπέζι, ενώ θα πρόσφερε και στα κολιντρούδια, που έλεγαν τα κόλιντρα (κάλαντα) τη μέρα του Χριστού.

Την άλλη μέρα, πριν ξημερώσει, όλοι πήγαιναν στην εκκλησία. Όσοι είχαν Χρήστο στο σπίτι σήκωναν ύψωμα, άρτο(ψωμί) διαβάζεται για το καλό.

Μετά την εκκλησία και μέχρι να φτάσουν στα σπίτια τους αντάλλασσαν ευχές, χωριανοί και συγγενείς.

Στο σπίτι οι άντρες κάθονταν γύρω από το αναμμένο τζάκι και άρχιζαν το κουβεντολόι , ενώ οι γυναίκες ξεκινούσαν την προετοιμασία για το γιορτινό τραπέζι.

Έξω τα παιδιά (τα κολιντρούδια) γύριζαν από σπίτι σε σπίτι και έλεγαν τα κόλιντρα(κάλαντα) , κρατώντας και κουδουνίζοντας κουδούνια από τις κατσίκες του κοπαδιού.

Οι νοικοκυρές πρόσφεραν συνήθως στα παιδιά τηγανίτες, φιρίκια , μανταρίνια και καρύδια.

Ακολουθούσε το γιορτινό τραπέζι. Πάνω στο γιορτινό τραπεζομάντηλο, άσπρο με δαντέλα, οι γυναίκες έβαζαν τα φαγητά, χοιρινή τηγανιά, φουρνιστές πατάτες, πρασοτηγανιά, τυρί, γαλοτύρι, και ψωμί. Όλα ήταν δικής τους παραγωγής.

Τα γλυκίσματα ήταν τηγανίτες με μέλι και καρύδια, ψητά κυδώνια μελωμένα.

Ο κύρης του σπιτιού έφερνε από το κελάρι τη νταμιτζάνα με το κόκκινο κρασί, γέμιζε τις κρασοκανάτες και τα ποτήρια, και, αφού έκαναν την προσευχή τους, ξεκινούσαν με τσούγκρισμα και ευχές για υγεία.

Έτρωγαν , έπιναν και άρχιζαν το τραγούδι και το χορό, μικροί, μεγάλοι. Το βράδυ πήγαιναν στα σπίτια όσων γιόρταζαν , όπου συνέχιζαν με μεζέδες , κρασί και γλέντι.

Κάλαντα Χριστουγέννων

Κόλιντρα μέλιντρα Χριστός γεννιέται

Γεννιέται και βαφτίζεται στους ουρανούς επάνω

τ’ αγγέλια χαίρονται και τα δαιμόνια σκάζουν

πατάζουν , τα σίδερα λαγκάζουν.

Δώσε μπάμπο μια κουλούρα

μη σε πάρω με μαγκούρα.

Και τώρα και του χρόνου

σ’ αυτό το σπίτι που ‘ρθαμε

πέτρα να μη ραγίσει

κι ο νοικοκύρης του σπιτιού

χίλιους χρόνους να ζήσει.

Καλαϊτζή Γεωργία

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *